Διάρκεια Θεραπείας
30
Προτεινόμενες Συνεδρίες
2-3 φορές/χρόνο
Το τεστ Παπανικολάου είναι μία κυτταρολογική εξέταση, κατά την οποία πραγματοποιείται λήψη δείγματος κολπικού και τραχηλικού υγρού.
Στόχος της εξέτασης, είναι η διάγνωση του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας έγκαιρα, αλλά και ο εντοπισμός ασθενειών από τις οποίες μπορεί να προσβληθεί μια γυναίκα, όπως ο ιός HPV.
Πρόκειται για μια μη επεμβατική, ανώδυνη και οικονομική μέθοδο, που προσφέρεται για μαζικό έλεγχο του πληθυσμού τα τελευταία 50 χρόνια.
Το τεστ Παπανικολάου αποτελεί από το 1928 τον ακρογωνιαίο λίθο της μάχης εναντίον του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας και έχει πάρει το όνομά του από τον Έλληνα επιστήμονα Γεώργιο Παπανικολάου.
Ο γυναικολόγος, παίρνει κύτταρα από την επιφάνεια του τραχήλου με μια σπάτουλα και από τον ενδοτραχηλικό σωλήνα και τη ζώνη μετάπλασης με ένα βουρτσάκι.
Στη συνέχεια, το δείγμα επιστρώνεται σε γυάλινα πλακίδια, όπου μονιμοποιείται με τη χρήση ειδικού σπρέι και αποστέλλεται στο εργαστήριο, όπου θα επεξεργαστεί και θα εξεταστεί από τον κυτταρολόγο για την την παρουσία κυτταρολογικών αλλοιώσεων.
Με το τεστ Παπ, γίνεται έλεγχος για την παρουσία κυττάρων των οποίων η μορφολογία παρεκκλίνει του φυσιολογικού.
Το μεγαλύτερο ποσοστό των κυτταρολογικών αλλοιώσεων που ελέγχονται με την εξέταση αυτή, συνδέεται με την παρουσία του ιού HPV, ο οποίος αποτελεί τον κύριο παράγοντα κινδύνου για την ανάπτυξη του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας.
Η επαφή με τον HPV, δεν οδηγεί πάντα σε εκδήλωση αλλοιώσεων. Ωστόσο, οι περισσότερες λοιμώξεις από τον ιό, παρουσιάζουν μεγάλο ποσοστό αυτοϊασης.
Σύμφωνα με την Ελληνική Εταιρεία Κλινικής Κυτταρολογίας, η HPV λοίμωξη στις περισσότερες περιπτώσεις υποστρέφει χωρίς καμία παρέμβαση.
Αν όμως δεν υποστρέψει, μπορεί αρχικά να προκαλέσει προκαρκινικές βλάβες, οι οποίες ενδέχεται να απαιτούν απλή παρακολούθηση, χειρουργική επέμβαση ή άλλου είδους θεραπεία.
Είναι η βελτιωμένη και πλέον αξιόπιστη μορφή του κλασικού τεστ Παπανικολάου.
Έχει μεγαλύτερη ακρίβεια, γιατί διατηρεί όλα τα κύτταρα του δείγματος ώστε να εξεταστούν από τον Κυτταρολόγο.
Με τη μέθοδο αυτή εξετάζονται περισσότερα κύτταρα και έτσι το αποτέλεσμα είναι πιο ασφαλές. Έχει εγκριθεί από το 1996 από τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA).
Με την τεχνική υγρής φάσης, η ακρίβεια στη διάγνωση, μπορεί να αυξηθεί μέχρι και 25% σε σύγκριση με το συμβατό Τεστ Παπ. Σε συνολική ακρίβεια για τη διάγνωση του αποτελέσματος, τα ποσοστά εγκυρότερης διάγνωσης αγγίζουν το 90%, ποσοστό εξαιρετικά υψηλό.
Το δείγμα κυττάρων του τραχήλου συλλέγεται με τον κλασικό ανώδυνο τρόπο με ειδικό βουρτσάκι , αλλά αντί να τοποθετηθεί στο γυάλινο πλακίδιο, τοποθετείται σε ειδικό υγρό, που εξασφαλίζεται η σωστή συντήρησή του.
Στη συνέχεια, το δείγμα αποστέλλεται στο εργαστήριο, όπου γίνεται επεξεργασία με ειδικό μηχάνημα και απομονώνονται τα κύτταρα από το υγρό και τις άλλες προσμίξεις (βλέννη, αίμα κ.λπ.) και αμέσως μετά, μεταφέρονται σε ειδικό πλακίδιο όπου και εξετάζονται.
Η τεχνική αυτή, επειδή μεσολαβεί μια φάση διατήρησης των κυττάρων σε υγρό, λέγεται διεθνώς LBC (Liquid Based Cytology) ενώ στην Ελλάδα έχει επικρατήσει ο όρος Κυτταρολογία Υγρής Φάσης.
Η χρήση τεστ παπ υγρής φάσης, συνδέεται με αυξημένη ανίχνευση παθολογικών δυσπλασιών του τραχήλου της μήτρας όπως CIN 2 καθώς και CIN 1.
Επιπροσθέτως, με το τεστ Παπ υγρής φάσης, από τα κύτταρα που υπάρχουν στο υγρό συντήρησης, μπορεί να γίνει τυποποίηση του ιού HPV, επομένως, έχουμε πληροφορίες για τον τύπο του ιού με το οποίο μολύνθηκαν τα κύτταρα του τραχήλου.
Για τις γυναίκες άνω των 65 ετών, που είχαν τουλάχιστον τρία φυσιολογικά Παπ-τεστ και κανένα μη φυσιολογικό την τελευταία δεκαετία, μπορούν να αποφασίσουν, μετά από συζήτηση με τον γυναικολόγο τους, να διακόψουν τα Παπ-τεστ.
Γυναίκες που έχουν κάνει ολική υστερεκτομή δεν χρειάζεται να κάνουν Παπ-τεστ, εκτός αν το χειρουργείο έγινε για προκαρκινωματώδη αλλοίωση ή καρκίνο.
Υπολογίζεται ότι οι 8 από τις 10 γυναίκες έως την ηλικία των 50 θα εκτεθούν τουλάχιστον 1 φορά στον ιό HPV. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε όμως με ακρίβεια την στιγμή της μόλυνσης από τον ιό, ούτε για το αν και πότε η παρουσία του ιού θα εκδηλωθεί κλινικά, προκαλώντας κυτταρικές αλλοιώσεις. Επομένως, το Pap test, πρέπει να επαναλαμβάνεται, ακόμη και στην περίπτωση που κάποια γυναίκα δεν είναι για κάποια χρονική περίοδο σεξουαλικά ενεργή, για να αποκλείσουμε το ενδεχόμενο υποτροπής ή και καθυστερημένης κλινικής εκδήλωσης μιας παλιάς μόλυνσης από HPV.
Το τεστ Παπανικολάου κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι επικίνδυνο;
Όχι. To Παπ- τεστ κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι απόλυτα ασφαλές και πρέπει να συμπεριλαμβάνεται στον προγεννητικό έλεγχο όταν δεν έχει γίνει τεστ για ένα έτος και περισσότερο.
Ορισμένες γυναίκες μετά το Παπ-τεστ μπορεί να παρουσιάσουν πολύ ήπια σταγονοειδή κολπική αιμόρροια λόγω της ευαισθησίας του τραχήλου της μήτρας κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Παρόλα αυτά είναι απίθανο το τεστ να οδηγήσει σε αποβολή ή οποιαδήποτε άλλη επιπλοκή.